Στο άρθρο που μεταφράζουμε εδώ, ο Ένγκελς μπορεί να υποτίμησε όπως φαίνεται το Ουκρανικό ζήτημα, είδε όμως προφητικά τη σχέση των σλαβικών εθνικών ζητημάτων με τον τσαρισμό και τοποθέτησε χρονικά αμέσως μετά την πτώση του τσάρου, την μετατόπισή τους στο κέντρο της Ευρωπαϊκής επανάστασης όπερ και εγένετο. Το άρθρο αγγίζει το πρόβλημα του Πανσλαβισμού που ξαναλανσάρεται από τη Ρωσία του Πούτιν με άλλο προφανώς περιεχόμενο. Οι αντιλήψεις του Ένγκελς για αυτό το θέμα μέσα στο συνολικό Ευρωπαϊκό πολιτικό σκηνικό είναι και το κίνητρο γι αυτή την ανάρτηση
Παραναγνώστης
Εισαγωγή
Ο Κάουτσκι έγραψε στην Aus der Frühzeit des Marxismus: «Για μεγάλο χρονικό διάστημα ήταν αυτονόητο μεταξύ των Πολωνών επαναστατών όλων των αποχρώσεων, ότι η ανασύσταση της Πολωνίας, ή τουλάχιστον η δημιουργία ενός πολωνικού εθνικού κράτους, αποτελούσε το πρώτο και πιο σημαντικό άρθρο του προγράμματός τους. Αλλά το 1877 εμφανίστηκε μια σοσιαλιστική κίνηση μεταξύ των Πολωνών, που σύντομα διασπάστηκε σε δύο παρατάξεις, μία με πιο εθνικό προσανατολισμό και προσκολλημένη στο παλιό εθνικιστικό επαναστατικό πρόγραμμα, και μία άλλη που πήρε έναν πιο διεθνιστικό χαρακτήρα και η οποία ζητούσε πάνω απ' όλα μια διεθνή κοινωνική επανάσταση η επιτυχία της οποίας θα ελευθέρωνε τις σκλαβωμένες εθνότητες. Τα μέλη αυτής της τελευταίας σοσιαλιστικής παράταξης δεν μιλάνε για ένα ειδικό Πολωνικό εθνικό πρόγραμμα. Τον Οκτώβριο του 1879 πήραν στα χέρια τους την εφημερίδα Równosc (Ισότητα), που έβγαινε στη Γενεύη. Η μάχη μεταξύ εθνικιστών και διεθνιστών ανάμεσα στους Πολωνούς σοσιαλιστές συνεχίστηκε χωρίς αποτέλεσμα. Τελικά ο Σοσιαλδημοκράτηςi της Ζυρίχης έπρεπε να λάβει μια θέση σε αυτή τη διαμάχη. Ζήτησα από τον Ένγκελς την τρέχουσα γνώμη του για το πολωνικό ζήτημα. Η απάντησή του ήταν η επιστολή της 7ης Φεβρουαρίου 1882.»
Η Επιστολή του Ένγκελς
Ένα από τα πραγματικά καθήκοντα της Επανάστασης του 1848 – και τα πραγματικά, και όχι τα κατά πλάνη, καθήκοντα της επανάστασης, πάντα επιλύονται ως συνέπεια αυτής της επανάστασης – ήταν η συγκρότηση των καταπνιγμένων και διεσπαρμένων εθνικοτήτων της Κεντρικής Ευρώπης, με την προϋπόθεση ότι ήταν καθόλα βιώσιμες και υπό τον όρο ιδίως, ότι ήταν ώριμες για την ανεξαρτησία. Το καθήκον αυτό επιτεύχθηκε από τους εκτελεστές της επανάστασης, το Βοναπάρτη, τον Καβούρ και τον Βίσμαρκ για την Ιταλία, την Ουγγαρία και τη Γερμανία, σύμφωνα με τις τότε επικρατούσες συνθήκες. Απέμεινε η Ιρλανδία και η Πολωνία. Μπορούμε να παραλείψουμε την Ιρλανδία από την εξέταση εδώ, δεδομένου ότι δεν επηρεάζει την κατάσταση στην ευρωπαϊκή ήπειρο παρά μόνο πολύ έμμεσα. Αλλά η Πολωνία βρίσκεται στο κέντρο της ηπείρου, και η διατήρηση της διχοτόμησης της είναι ο ίδιος ο δεσμός που δένει την Ιερά Συμμαχία μαζί ξανά και ξανά. Έχουμε, ως εκ τούτου, μεγάλο ενδιαφέρον για την Πολωνία.
Είναι ιστορικά αδύνατο για ένα μεγάλο λαό, ακόμη και να συζητήσει σοβαρά οποιουδήποτε είδους εσωτερικά προβλήματα, ενόσω δεν έχει εθνική ανεξαρτησία. Πριν από το 1859, δεν υπήρχε ζήτημα σοσιαλισμού στην Ιταλία˙ ακόμη και ο αριθμός των Ρεπουμπλικανών ήταν μικρός, αν και αποτελούσαν το πιο ενεργό στοιχείο. Μόνο μετά το 1861 οι Ρεπουμπλικάνοι αύξησαν την επιρροή τους και αργότερα έδωσαν τα καλύτερα στοιχεία τους στους Σοσιαλιστές. Το ίδιο ίσχυε και στη Γερμανία. Ο Λασάλ ήταν έτοιμος να εγκαταλείψει το έργο του ως αποτυχία, όταν η μοίρα θέλησε να πυροβοληθεί. Μόνο όταν το 1866 η μεγαλοπρωσική ενοποίηση της μικρής Γερμανίας [die grosspreussische Einheit Kleindeutschlands–στμ] είχε πράγματι κριθεί, το λασαλικό, καθώς και τα λεγόμενα κόμματα του Άιζεναχ απέκτησαν κάποια σημασία. Και μόνο μετά το 1870, όταν η βοναπαρτιστική όρεξη για επέμβαση είχε οριστικά αρθεί το πράγμα άρχισε πραγματικά να κινείται. Αν είχαμε ακόμα το παλιό Bundestag, πού θα ήταν το Κόμμα μας; Το ίδιο συνέβη και στην Ουγγαρία. Μόνο μετά το 1860 συντάχθηκε με το μοντέρνο κίνημα: απάτη από πάνω, σοσιαλισμός από κάτω.
Ένα διεθνές κίνημα του προλεταριάτου είναι δυνατό μόνο μεταξύ ανεξάρτητων εθνών. Το μικρό κομμάτι ρεπουμπλικανικού διεθνισμού μεταξύ 1830 και 1848, ομαδοποιήθηκε γύρω από τη Γαλλία η οποία έμελλε να ελευθερώσει την Ευρώπη. Εξού και η άνοδος του γαλλικού σωβινισμού κατά τέτοιο τρόπο ώστε η παγκόσμια απελευθερωτική αποστολή της Γαλλίας και μαζί με αυτήν το έμφυτο δικαίωμά της να είναι επικεφαλής, να μπαίνει στο δρόμο μας κάθε μέρα, ακόμη και τώρα. (Οι Μπλανκιστές παρουσιάζουν μια καρικατούρα της άποψης αυτής, αλλά εξακολουθεί να είναι επίσης πολύ ισχυρή, μεταξύ των Malon και σία). Επίσης, στη Διεθνή οι Γάλλοι θεωρούσαν αυτή την άποψη, ως αρκετά προφανή. Μόνο τα ιστορικά γεγονότα θα μπορούσαν να τους διδάξουν - και σε αρκετούς άλλους επίσης - και ακόμα πρέπει να τους διδάσκουν καθημερινά ότι η διεθνής συνεργασία είναι δυνατή μόνο μεταξύ ίσων, και ότι ακόμη και ένας πρώτος μεταξύ ίσων μπορεί να υπάρχει στην καλύτερη περίπτωση για την άμεση δράση.
Ενόσω η Πολωνία είναι χωρισμένη και υποταγμένη, ούτε ένα ισχυρό σοσιαλιστικό κόμμα μπορεί να αναπτυχθεί στην ίδια τη χώρα, ούτε μπορεί να προκύψει πραγματική διεθνής επαφή μεταξύ των προλεταριακών κομμάτων στη Γερμανία, κλπ, με άλλους από τους Πολωνούς μετανάστες. Κάθε Πολωνός αγρότης ή εργαζόμενος που αφυπνίζεται από τη γενική κατήφεια και συμμετέχει στο κοινό συμφέρον, βρίσκει μπροστά του πρώτα το γεγονός της εθνικής υποδούλωσης. Το γεγονός αυτό είναι στο δρόμο του παντού, ως το πρώτο εμπόδιο. Το να παραμερισθεί είναι η βασική προϋπόθεση για κάθε υγιή και ελεύθερη ανάπτυξη. Οι Πολωνοί σοσιαλιστές οι οποίοι δεν βάζουν την απελευθέρωση της χώρας τους επικεφαλίδα του προγράμματός τους, μου φαίνονται σαν να ήταν οι Γερμανοί σοσιαλιστές που δεν απαιτούν πρώτα και κύρια την κατάργηση του νόμου για τους σοσιαλιστές, την ελευθερία του Τύπου, του συνεταιρίζεσθαι και του συνέρχεσθαι. Για να είναι σε θέση κάποιος να πολεμήσει, χρειάζεται πρώτα ένα έδαφος για να σταθεί, αέρα, φως και χώρο. Διαφορετικά, όλα είναι κενολογίες.
Δεν έχει σημασία αν είναι δυνατή η ανασύσταση της Πολωνίας πριν από την επόμενη επανάσταση. Εμείς δεν έχουμε σε καμία περίπτωση το καθήκον να αποτρέψουμε τους Πολωνούς από τις προσπάθειές τους να πολεμήσουν για τους ζωτικούς όρους της μελλοντικής τους εξέλιξης, ή να τους πείσουμε ότι η εθνική ανεξαρτησία είναι ένα πολύ δευτερεύον ζήτημα από διεθνή σκοπιά. Αντίθετα, η ανεξαρτησία είναι η βάση για κάθε κοινή διεθνή δράση. Επιπλέον, το 1873 ένας πόλεμος μεταξύ της Γερμανίας και της Ρωσίας ήταν έτοιμος να ξεσπάσει, και η συγκρότηση κάποιου είδους Πολωνικού κράτους, που θα μπορούσε να αποτελέσει τον πυρήνα ενός πραγματικού κράτους αργότερα, ήταν σαφώς μέσα στη σφαίρα του δυνατού. Και αν οι άρχοντες μου, οι Ρώσοι, δεν σταματήσουν σύντομα της Πανσλαβιστικές τους ίντριγκες και υποδαυλίσεις στην Ερζεγοβίνη, μπορούν να συρθούν σε έναν πόλεμο που θα κάνει τους χειρότερους φόβους – τους δικούς τους, της Αυστρίας και του Μπίσμαρκ – να ωχριούν. Μόνο το Πανσλαβιστικό κόμμα της Ρωσίας και ο τσάρος έχουν συμφέρον να αφήσουν το πράγμα στην Ερζεγοβίνη να γίνει σοβαρό. Θα είχε για μας τόσο λίγο ενδιαφέρον η συμμορία των ληστών της Βοσνίας, όσο και οι ηλίθιοι αυστριακοί υπουργοί και γραφειοκράτες, που τώρα κάνουν τόσο πολύ θόρυβο εκεί πέρα. Έτσι, ακόμη και χωρίς επανάσταση, απλώς μέσω μιας ευρωπαϊκής σύγκρουσης, η συγκρότηση μιας ανεξάρτητης κυρίως Πολωνίας [Kleinpolen–στμ] δεν θα απείχε τόσο πολύ από του να είναι δυνατή, όπως ακριβώς και η Πρωσική κυρίως Γερμανία [Kleindeutschland–στμ], η οποία εφευρέθηκε από τους αστούς, δεν επιτεύχθηκε μέσω της επαναστατικής ή της κοινοβουλευτικής οδού των ονείρων τους, αλλά ως αποτέλεσμα πολέμου.
Έτσι, έχω την άποψη ότι υπάρχουν δύο έθνη στην Ευρώπη, τα οποία δεν έχουν μόνο το δικαίωμα αλλά και το καθήκον να είναι εθνικιστικά πριν γίνουν διεθνιστικά: οι Ιρλανδοί και οι Πολωνοί. Είναι διεθνιστές του καλύτερα του είδους αν είναι πολύ εθνικιστικές. Οι Πολωνοί το έχουν καταλάβει αυτό σε όλες τις κρίσεις και έχουν το αποδείξει στα πεδία των μαχών όλων των επαναστάσεων. Πάρτε τους την προσδοκία για την ανασυγκρότηση της Πολωνίας˙ ή πείσετέ τους ότι η νέα Πολωνία θα τους πέσει σύντομα στην ποδιά από μόνη της, και έχουν τελειώσει με το ενδιαφέρον τους για την Ευρωπαϊκή Επανάσταση.
Εμείς, ειδικότερα, δεν έχουμε κανένα λόγο να μπλοκάρουμε την αναντίρρητη επιδίωξη τους για ανεξαρτησία. Κατ' αρχάς, έχουν εφεύρει και εφαρμόσει το 1863 τη μέθοδο πάλης την οποία τώρα οι Ρώσοι μιμούνται με μεγάλη επιτυχία (βλ. Βερολίνο και Πετρούπολη, παράρτημα 2) και, δεύτερον, ήταν οι μόνοι αξιόπιστοι και ικανοί τοποτηρητές της Παρισινής Κομμούνας.
Ποιοι είναι, με την ευκαιρία, οι άνθρωποι που αγωνίζονται ενάντια στους εθνικιστικούς πόθους των Πολωνών; Πρώτον, οι Ευρωπαίοι αστοί, από τους οποίους οι Πολωνοί έχουν χάσει κάθε πίστωση από την εξέγερση του 1846 με τις σοσιαλιστικές τάσεις της ˙ και, δεύτερον, οι Ρώσοι Πανσλαβιστές και όσοι επηρεάζονται από αυτούς, όπως ο Προυντόν που έβλεπε μέσα από τα χρωματιστά γυαλιά του Χέρτσεν. Μεταξύ και των καλύτερων ακόμα Ρώσων σήμερα, μόνο πολύ λίγοι θα βρίσκονταν
απαλλαγμένοι από Πανσλαβιστικές τάσεις ή μνήμες. Είναι τόσο απόλυτα πεπεισμένοι για την πανσλαβιστική αποστολή της Ρωσίας, όσο είναι οι Γάλλοι για την έμφυτη επαναστατική πρωτοβουλία της Γαλλίας. Αλλά στην πραγματικότητα ο Πανσλαβισμός είναι ένα προπέτασμα καπνού για την παγκόσμια κυριαρχία, εμφανιζόμενος υπό τον μανδύα μιας ανύπαρκτης σλαβικής ιθαγένειας, και ως εκ τούτου είναι για μας, όπως και για τον ρωσικό λαό, ο χειρότερος εχθρός. Αυτό το προπέτασμα καπνού θα διαλυθεί με τον καιρό του, αλλά εν τω μεταξύ μπορεί να γίνει πολύ δυσάρεστο για μας. Ένας Πανσλαβιστικός πόλεμος, ως σανίδα σωτηρίας του ρωσικού τσαρισμού και της ρωσικής αντίδρασης, ετοιμάζεται αυτή τη στιγμή. Είναι πολύ αμφίβολο αν θα συμβεί, αλλά αν ο πόλεμος ξεσπάσει, ένα πράγμα είναι σίγουρο: η θαυμάσια προοδευτική ανάπτυξη προς μια επαναστατική κατεύθυνση στη Γερμανία, την Αυστρία και ακόμη και τη Ρωσία, θα διαταραχθεί εντελώς και θα εξωθηθεί προς ένα άλλο, αρχικά απρόβλεπτο, μονοπάτι. Στην καλύτερη περίπτωση χάνουμε τρία με δέκα χρόνια, μια ανάπαυλα για μια συνταγματική «νέα εποχή» στη Γερμανία, και ίσως και στη Ρωσία. Το πιο πιθανό αποτέλεσμα φαίνεται να είναι η δημιουργία ενός μικρού Πολωνικού κράτους [Kleinpolen–στμ] κάτω από γερμανική ηγεμονία, ένας πόλεμος εκδίκησης εναντίον της Γαλλίας, η ανανέωση των εθνικών ανταγωνισμών, και, τέλος, η εγκαθίδρυση μιας νέας Ιεράς Συμμαχίας. Έτσι, ο Πανσλαβισμός είναι τώρα, περισσότερο από ποτέ, ο πιο θανάσιμος εχθρός μας, ακόμα κι αν είναι στο χείλος του τάφου του, ή μάλλον ακριβώς γι' αυτό. Διότι οι Κατκώφ, Ακσακώφ, Ιγκνατίεφ και σία γνωρίζουν ένα πράγμα: ότι η εξουσία τους θα έχει για πάντα τελειώσει μόλις ο τσαρισμός ανατραπεί και ο Ρωσικός λαός καταλάβει το κέντρο της σκηνής. Εξ ου και αυτός ο φλογερός ζήλος για πόλεμο, σε μια εποχή που το Δημόσιο Ταμείο είναι αρνητικό και όταν κανένας τραπεζίτης δεν είναι πρόθυμος να δανείσει ούτε δεκάρα στην ρωσική κυβέρνηση.
Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο όλοι οι Πανσλαβιστές τρέφουν ένα τέτοιο θανάσιμο μίσος για τους Πολωνούς. Είναι οι μόνοι αντι-πανσλαβιστικοί Σλάβοι. Ως εκ τούτου, είναι προδότες της ιερής υπόθεσης του Σλαβισμού και πρέπει να στοιχισθούν με τη βία στο μεγαλοσλαβικό βασίλειο του τσάρου, η μελλοντική πρωτεύουσα του οποίου είναι το Tsarigrad, δηλαδή, δηλ. η Κωνσταντινούπολη.
Τώρα μπορεί, να με ρωτήσετε, μήπως δεν τρέφω καμία συμπάθεια για τους μικρούς σλαβικούς λαούς, και υπολείμματα λαών, οι οποίοι έχουν κοπεί σε κομμάτια από τις τρεις σφήνες που μπήχτηκαν στη σάρκα του Σλαβισμού: τους Γερμανούς, τους Ούγγρους και τους Τούρκους; Πράγματι χαραμίζω λίγη συμπάθεια γι' αυτούς. Η Τσεχο-Σλοβάκικη κραυγή αγωνίας «Boze ak jus Nikto nenj« na Zemi ktoby Slavom [sic] spraviedlivost cinil;» [«Υπάρχει, Θεέ μου, κανένας άνθρωπος στη γη που θα αποδώσει στους Σλάβους ό,τι τους οφείλεται;»-στμ] απαντήθηκε από την Πετρούπολη, και ολόκληρο το εθνικό κίνημα της Τσεχίας τείνει προς μια κατεύθυνση στην οποία ο Τσάρος θα spraviedlivost ciniti [αποδώσει ό,τι τους οφείλεται - στμ]. Το ίδιο και με τους άλλους, Σέρβους, Βούλγαρους, Σλοβένους, Ουνίτες της Γαλικίας (τουλάχιστον εν μέρει). Αλλά δεν μπορούμε να υποστηρίξουμε αυτούς τους στόχους. Μόνο όταν με την κατάρρευση του τσαρισμού οι εθνικιστικές φιλοδοξίες αυτών των νάνων λαών θα απελευθερωθούν από τη σύνδεση με Πανσλαβιστικές τάσεις για παγκόσμια κυριαρχία, μόνο τότε μπορούμε να τους αφήσουμε να πάρουν την τύχη τους στα χέρια τους. Και είμαι σίγουρος ότι, για τους περισσότερους Σλάβους της Αυστροουγγαρίας, έξι μήνες ανεξαρτησίας θα είναι αρκετοί για να τους φέρουν σε ένα σημείο να εκλιπαρούν για να τους πάρουν πίσω. Αλλά σε αυτά τα μικροσκοπικά έθνη δεν μπορεί ποτέ να χορηγηθεί το δικαίωμα, το οποίο τώρα απονέμουν στον εαυτό τους στη Σερβία, στη Βουλγαρία και στην Ανατολική Ρωμυλία, να αποτρέψουν την επέκταση του ευρωπαϊκού δικτύου σιδηροδρόμου μέχρι την Κωνσταντινούπολη.
Όσον αφορά τις διαφορές μεταξύ των Πολωνών στην Ελβετία, εκείνες είναι καυγάδες μεταξύ μεταναστών, οι οποίοι σπάνια έχουν σημασία, και ακόμη λιγότερο στο εσωτερικό μιας ομάδας μεταναστών, η οποία σε τρία χρόνια θα γιορτάσει την εκατοστή επέτειο της, και μέσα στην οποία, με την παρόρμηση που όλοι οι μετανάστες έχουν να κάνουν, ή τουλάχιστον να σχεδιάσουν κάτι νέο, το ένα πρόγραμμα έχει διαδεχθεί το άλλο, μία δήθεν νέα θεωρία έχει αντικαταστήσει μία άλλη. Από ό,τι έχω ήδη πει, καθίσταται σαφές ότι δεν συμμεριζόμαστε τις απόψεις των ανθρώπων που συντάσσονται με τη Równosc και τους το έχουμε πει σε μια δήλωση με την ευκαιρία του εορτασμού της πεντηκοστής επετείου της 29ης Νοεμβρίου του 1830, η οποία διαβάστηκε κατά τη συνάντηση της Γενεύης. Μπορείτε να βρείτε τη δήλωση αυτή έντυπη στα πολωνικά στην έκθεση της συνεδρίασης (Sprawozdanie z miedzynarodowego zebrania zwolanego w 50 letnia rocznice listopadowego powstania przez redakcje Równosci w Genewie, Biblijoteka Równosc: Nr 1, Γενεύη, 1881, σελ. 30 κ.ε.). Φαίνεται ότι η ομάδα Równosc έχει εντυπωσιαστεί από φράσεις των Ρώσων της Γενεύης που ηχούν ριζοσπαστικά, και τώρα θέλουν να αποδείξουν επίσης ότι η μομφή του σωβινιστικού εθνικισμού δεν τους αγγίζει. Αυτή η απόκλιση που βασίζεται σε καθαρά τοπικές και εφήμερες αιτίες θα ξεπερασθεί χωρίς μεγάλη επίδραση στην ίδια την Πολωνία και δεν αξίζει να την αντικρούσει κανείς με λεπτομέρεια.
Με την ευκαιρία, δεν παίρνουμε καμία θέση αυτή τη στιγμή σε οποιαδήποτε μελλοντική διευθέτηση μεταξύ των Πολωνών και Λιθουανών, Λευκορώσων και Ουκρανών της παλιάς [μεγάλης] Πολωνίας, ούτε για το διακανονισμό των συνόρων με τη Γερμανία.
Η υπέροχη συνεργασία μεταξύ Γερμανών και Τσέχων εργατών στη Βοημία αποδεικνύει, άλλωστε, πόσο λίγο οι ίδιοι οι εργάτες στις λεγόμενες «υποταγμένες» χώρες έχουν προσβληθεί από τις Πανσλαβιστικές ορέξεις των καθηγητών και των αστών.
Πηγή: http://paranagnostis.blogspot.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.