Ο νόμος της αντίφασης μπορεί να γίνεται αντιληπτός είτε με βάση την τυπική λογική που στην ακραία διαχωριστική λογική της οδηγεί στην μεταφυσική - εναντιότητα των αντίθετων και αλληλαποκλεισμός τους - είτε διαλεκτικά , που σημαίνει την ενότητα και την πάλη των αντίθετων, και συνεπώς την εξελικτική άρση της αντίθεσης με την κατάλυση και των δυο πόλων που την συνιστούν.
Στην ζωή υπάρχει η υλική βάση εναντίωσης και των δυο αυτών αντιθετικών αντιλήψεων, και ακριβώς πάνω σε αυτήν την βάση λειτουργούν και οι δυο μορφές. για να δούμε την κοινωνική λειτουργική διάφορα αυτών των δυο διαφορετικών αντιλήψεων και τις αντανακλαστικές συνέπειες τους στην πράξη, πρέπει να εξετάσουμε την αντίθεση ανάμεσα τους ως συνειδησιακή αντανάκλαση της υλικής κοινωνικής αντίθεσης, ώστε να αποκαλυφθεί το αντιθετικό ταξικό τους περιεχόμενο.
Η τυπική αντίθεση συνίσταται ως σχετική - στατική μορφή, περιορισμένη στα πλαίσια μόνο των ποσοτικών εξελικτικών διαδικασιών (και ποτέ των ποιοτικών - αλμάτων), ως αναγκαία στα πλαίσια λειτουργίας ενός συστήματος. Πρόκειται για αντίθεση που περιορίζεται ανάμεσα σε καθεαυτές πλευρές του συστήματος, που και οι δυο αδυνατούν να υπερβούν τα όρια του συστήματος, περιορίζονται μέσα σε αυτό, και περιορίζουν το εξελικτικό εύρος του συστήματος πάνω στις καθαυτές υλικές βάσεις του, δηλαδή το συντηρούν.
Σε αυτή την μορφή εκδηλώνεται και εκφράζεται η συστημική αναγκαιότητα.